Δευτέρα 30 Ιουνίου 2008
η ...Ιστορια ...του Καλοκαιριού........
Ένα καλοκαίρι ακόμη......
Κάνει καλοκαίρι,
Καλοκαίρια που θέλω να θυμάμαι...
βουτιές το καλοκαίρι,
εικονες καλοκαιριού,
σχέδια για το καλοκαίρι,
Σε περιμένω τ΄άλλο καλοκαίρι,
αυτό το καλοκαίρι ήρθε, γεμάτο χυμούς...
μα είναι ακόμη καλοκαίρι?
πάπλωμα για το καλοκαίρι,
ταξιδεύουμε το καλοκαίρι,
δράσεις και αποδράσεις καλοκαιριού,
φωτεινό καλοκαιράκι,
κάποιο καλοκαίρι που τελειώνει,
βιβλία για το καλοκαίρι,
γιατί έχουμε καλοκαίρι??????
ανάθεμά το για καλοκαίρι,
αυτό το καλοκαίρι πενθούμε,
πυρκαγιές το καλοκαίρι.
Καλοκαίρι με την φέτα το καρπούζι στο ένα χέρι...
το καλοκαίρι που πλησιάζει απειλητικά!
Μικρό καλοκαίρι!
Γιατί εμείς γνωρίζουμε το καλοκαίρι,
το καλοκαίρι μέσα μας.
επιίθεση καλοκαιρινή,
καλοκαιρινά δωμάτια...
ζήστε ένα καλοκαίρι ζωγραφισμένο,
πολιτιστικό καλοκαίρι,
αγριεμένο καλοκαίρι,
καλοκαίρι πανελληνίων,
το προσεχές καλοκαίρι.
Αδέσποτο καλοκαίρι, με σκοτεινά περάσματα.
Καλοκαιρινό παραμύθι!
Ο Φλεβάρης κι αν φλεβίσει καλοκαίρι θα μυρίσει!
Το ίδιο πάντα καλοκαίρι,
αχανές, ατελείωτο!!!
Τρίτη 17 Ιουνίου 2008
Παρασκευή 13 Ιουνίου 2008
...ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ...
Το κλάμα της διήρκεσε ανελέητο, ασταμάτητο για ένα μήνα.
Η μάνα της και ο πατέρας της πίστευαν στην γερμανική άποψη περί εκπαίδευσης μωρών και έτσι το αφήκαν το μαύρο να κλαίει. Κάποια στιγμή το κατάλαβε και σταμάτησε να σκούζει. Ησύχασε και μαζί κοιμήθηκε όλη η ανησυχία για την ζωή. Λούφαξε στην δειλία και στην μαλθακότητα.
Ο κόσμος τότε έτρεχε πάνω σε μπλε λεωφορεία με γκρι πλαστικές θέσεις.
Πετούσε με την ολυμπιακή του Ωνάση και γλίστραγε μέσα σε ήχους rock & roll και Beatles με λουλούδια μουσική και tango Argentina!
Η μικρούλα ζούσε στον μικρό οικογενειακό κύκλο και με τα χαϊδέματα της γιαγιάς πλούτιζε τον συναισθηματικό της κόσμο. Είχε πάντα μια ροπή προς το παράπονο και το μελό, εξαιτίας της απότομης αποκοπής από την τρυφερότητα.
Μοναχούλα πηγαινοερχόταν σε δωμάτια μικρά, άλλοτε χαμηλοτάβανα και άλλοτε ψηλοτάβανα.
Έπαιζε μένα μικρό ακορντεόν παιχνίδι
και σκάρωνε μικρές ιστορίες με τα αντικείμενα μιας χαμηλής βιβλιοθήκης του σπιτιού.
Η μάνα σπανίως βρισκόταν στο σπίτι, όμως σαν ήταν μοσχομύριζε ολόκληρο από τις γλυκές μυρωδιές των κουλουριών και των φαγητών, αλλά και από την μυρωδιά της αγάπης της που πλανιόταν σε μικρά μόρια κυρίως μέσα στις κουζίνες των σπιτιών που έζησε.
Κι αυτή πάντα αγαπούσε τις κουζίνες ήταν οι ναοί της τρυφερότητας και της αφθονίας.