Τετάρτη 12 Μαρτίου 2008

Η ΕΡΗΜΟΣ ΚΙ ΑΥΤΗ...



Και...τώρα η αυλαία πέφτει.
Κι αυτή γερνάει.
Αναμφίβολα.
Δες την,
δαγκώνει το πετσί της..
για να ξεγελάσει τον χρόνο!
Ο φόβος επιστρέφει.
Ζοφερές νύχτες με εφιάλτες καταφθάνουν.

Και όμως, την άλλη μέρα ένας ήλιος,
πάντα λαμπερός,
σαν θεριό, καίει τα κορμιά μας.
Η ίαση έρχεται το απομεσήμερο,
αφού καούν τα αλλοπρόσαλλα όνειρα.
Η άμμος λάμπει.
Η μυρωδιά της αρμύρας απλώνεται αργά.

Κι αυτή,
να νουθετεί τους αστραγάλους της
ώστε να καταφέρνει να περπατά σε λείες επιφάνειες, απαλές.
Μιά όαση το δειλινό για το τυρανισμένο βλέμμα της.
Και μετά η πάχνη η πρωινή,
να θολώνει το τοπίο.
Κι αυτή,
να ρέει στους στενούς δρόμους,
τέρπωντας τις πεινασμένες πέτρες,
φωτιές να την κυκλώνουν και να κρύβει το κεφάλι στο χώμα,
ψέλνοντας ύμνους, ωραίους, για τα αδιέξοδά της.
Και η έρημος ν΄απλώνεται παντού.

ΚΑΛΥΤΕΡΗ Η ΛΗΘΗ..

Νύχτα ήταν...
και αυτή
αποχώρησε από την σκηνή.
Έδεσε το πάνινο παπούτσι της,
στηριγμένη στο ένα πόδι,
σαν πελαργός και...
πατώντας, ανέμελα,
την λήθη της,
άρχισε να θλίβεται,
καθώς άρχισε να θυμάται...