Πέμπτη 21 Φεβρουαρίου 2019

Όταν ονειρεύομαι, βλέπω το δάσος!

Όταν ονειρεύομαι,






























βλέπω πουλιά να ζυγιάζονται στον ουρανό. Πουλιά λαλίστατα και χαρούμενα να υψώνονται πάνω από τα νερά του ποταμού.
Βλέπω άγρια κουνάβια να κρύβονται στις κουφάλες των δένδρων και να καιροφυλακτούν για κάποιο νόστιμο γεύμα/κοτόπουλο.
Δένδρα αγκαλιασμένα με τα νιόβγαλτα φυλλαράκια τους να κρέμονται σε θεόρατες κλίσεις βουνών.



Τρομαγμένα ελάφια που αφήνουν τη γλυκιά μυρωδιά τους στον αέρα.
Βλέπω τη γη ν΄αγκομαχά, καρπίζοντας μόνο πατάτες και λαχανίδες.
Τις βουνοκορφές με τις τέλειες πρασινισμένες γωνιές τους να ξεμακραίνουν, κοιτάζοντας την ηρεμία των ελαφιών.
Βλέπω το ΔΑΣΟΣ!
Όμορφα άλογα με λεύτερες χαίτες.
Μία πέτρινη καλύβα μπηγμένη στο χόρτινο χώμα.






Ο ήλιος που χαιρετά το κρύο στο βασίλεμα του.
Ο ουρανός που κυριεύει τα πάντα.
Ο άνεμος που σκληρός κι αμίλητος ταξιδεύει στις πέτρες των βουνών.
Το φεγγάρι που πλησιάζει σαν ασημένιο μπαλόνι.


Εδώ, κάτι χαλάσματα από παλιές καλύβες, αγναντεύουν τους βράχους.
Εκεί, τα κατσίκια τρέχουν ελεύθερα, μέσα στα σύννεφα που ακουμπάνε απαλά στις κορφές. 


Ο άνθρωπος σκέτος και μόνος απάνω στον μοναδικό βράχο που αιωρείται στον αέρα. 
Ένα πορτοκαλί πανί κρεμασμένο στη ροδιά.
Δύο κόκκινα μήλα στο γρασίδι.
Η μαύρη γάτα και τα ασημένια μάτια της στη βροχή.


Τα πορτοκαλόχρυσα φύλλα του Φθινοπώρου.
Νύχτα και το τζάκι φωτίζει και ζεσταίνει
απλώνοντας τη μυρωδιά του ανθρώπου.
 

Χουχουριστές και μπούφοι κρυφοκοιτάζουν κάτω από τα διάφανα βλέφαρά τους.
Μαύρα και σκοτεινά τα μάτια τους περιεργάζονται το σκοτάδι.
Ακούω τους ήχους των πουλιών και του δάσους τα θροΐσματα.
Χαϊδεύοντας και αγκαλιάζοντας τα δένδρα.
Περιμένοντας τη βροχή που θα έρθει πάλι, δυνατή κι απέριττη όπως πάντα.




Τα πλάσματα κρύφτηκαν.
Ζαρκάδια, αγριογούρουνα, κοκκινολαίμηδες, μπούφοι, γεράκια, αγριοκάτσικα κι ελάφια.
Στο τελείωμα της μέρας απλώνεται ένας μαβής ουρανός χωρίς όρια.
Κι έπειτα ο γαλαξίας,
που περιστρέφεται στον νυκτερινό ουρανό.
Κι έπειτα το κρεβάτι από ξερόφυλλα,
η αργή κίνηση του ελαφιού που χορεύει επάνω τους και τα παγωμένα πόδια.

Παραμύθια που αφηγούμαστε πριν τον ύπνο.
Κι ένα μικρό φως δίπλα στο κρεββάτι.
Οι καλύτερες απαντήσεις δεν έχουν ερωτήσεις.
Ο άνεμος σφυρίζει μαλακά.
Ο χειμώνας έρχεται σαν χέρι που απλώνεται στο σκοτάδι και ξεγυμνώνει τα δένδρα με εκπληκτική σκληρότητα.
Τα πουλιά όμως εξακολουθούν να ζυγίζονται σε χαμηλές πτήσεις.
Και η αράχνη πλέκει ακόμα τον περίτεχνο ιστό της.
Το χρώμα εξαφανίζεται και η άγρια ζωή γίνεται ασπρόμαυρη.
Το φως στριγκλίζει, καθώς γκριζάρουν όλα χυμένα στο άσπρο.

Ένας άνθρωπος, ένα τραπέζι, ένα πιάτο.
Πόση απομόνωση, ταυτόχρονα, στη τόση ποικιλία;
Κι έπειτα όλα εντελώς λευκά.
Το χιόνι και η σελήνη.
Τα ασημόλευκα κλαδιά των δένδρων μέσα στη νύχτα.
Μαζί με τον χρόνο βαδίζοντας και ποτέ εναντίον του.

Με το ξημέρωμα,
η κόκκινη κότα που αφήνει,τσιμπολογώντας,τις πατημασιές της μεσ΄ το χιόνι,τα κόκκινα φύλλα που ξαπλώνουν πάνω στο λευκό πάπλωμα, περιμένοντας να πεθάνουν ένδοξα, ο λύκος που αλυχτά, δοκιμάζοντας τη φωνή του, καλώντας τη νύχτα.

Άραγε, πετώ μονάχη ή βρίσκομαι σε αεροπλάνο;
Είναι τόσο αδυσώπητη η μοναξιά ή μοιάζει απλώς με τη σκιά μου,αυτήν που μεγαλώνει μέχρι να χαθεί εντελώς;




Τρίτη 27 Νοεμβρίου 2018

Οι έγνοιες ποτέ δεν κόπασαν...



Ανοχή,

ενοχές,

πόνος.

Ψυχικός πόνος σωματοποιημένος.

Καταπίεση.

Πόνος πάλι.


Εντάξει.

Είμαι γυναίκα!




Προσπάθειες, αποτυχίες,

όνειρα χίμαιρες.

Αδικίες.

Εντάξει.

Είμαι άνθρωπος!







Δευτέρα 24 Σεπτεμβρίου 2018

Σελίν...[...]Ταξίδι στην άκρη της νύχτας



(...)Παραδίνεσαι στον θόρυβο όπως παραδίνεσαι στον πόλεμο. Αφήνεσαι στις μηχανές με τις τρείς ψωροϊδέες που παραδέρνουν ακόμη πάνω ψηλά, πίσω από το κούτελο. Πάει τελείωσε. Ό,τι κοιτάς οπουδήποτε, ό,τι αγγίζει το χέρι, είναι τώρα σκληρό. Κι ό,τι καταφέρνεις ακόμη να θυμηθείς είναι άκαμπτο σαν σίδερο κι άνοστο πιά μες στην σκέψη.Γεράσαμε φριχτά μονομιάς.
Πρέπει να καταργηθεί η έξω ζωή, να γίνει ατσάλι, κάτι χρήσιμο. Δεν την αγαπούσαμε αρκετά όπως ήταν, γι' αυτό. Πρέπει να γίνει αντικείμενο λοιπόν, στερεό, έτσι έχει ο Κανόνας.


[...]Ταξίδι στην άκρη της νύχτας,


Σελίν, Λουί _Φερντινάν


Η καταγγελτική και αυτοκαταγγελτική δριμύτητα του Ταξιδιού, η ζοφερή του λάμψη, ο αμείλικτος σαρκασμός του αποτυπώνονται σε μια ωμή, αλλά χυμώδη γλώσσα, όπου κυριαρχεί μια σπαρακτική, αλλά και σπαρακτικά κωμική αργκό, πρωτόφαντη στα γαλλικά λογοτεχνικά χρονικά.


Για τον γενέθλιο χρόνο.



Summer 78 - Summer 2018
Πίσω εμπρός πίσω και πάλι απ την αρχή. Τέλος. Αρχή.
Χρόνιος.
Χρονίζει αλλά δε χιονίζει. Σταματά ο Χρόνος.
Κυλάει ο χρόνος.
Δρόμος είναι ο Χρόνος.
Χωρίς όρια τον ορίζουμε όπως βολέψει.
Ο Χρόνος.
Μαγικό κουτί. Άσπρο-μαύρο.
Νερό ο Χρόνος.
Λάδι που επιπλέει στο νερό ο Χρόνος.
Απάθεια που χρονίζει.
Εικονική γεύση.
Αν είναι δυνατόν!
Ο Χρόνος.

Δευτέρα 26 Μαρτίου 2018

Στους δρόμους...1





Άγρια και πολύτιμη συνάντηση του δρόμου.

Η δυσαρέσκεια και η δυσφορία... της ανθρωπότητας.
Η σκουριασμένη της καρδιά.
Τα τοξικά της δάκρυα.
Το όξινο νερό της αγωνίας της.
Η οριακή της αποξένωση.
Το καμένο δέρμα της αγάπης της.
Οι ανύποπτες λέξεις της.
Η κινούμενη αδιαφορία της.
Σαν κύμα ξεχασμένης ποίησης.

Η θανατερή ελπίδα της...ανθρωπότητας.

Κυριακή 28 Ιανουαρίου 2018

Εμμένεια

Εγκλωβισμένοι στο άχρονο παρόν.
Αιώρηση. Η μόνη επιτρεπτή κίνηση.
Η εμμένεια του εκκρεμούς.
Η εκκρεμότητα.


Σάββατο 20 Ιανουαρίου 2018

Ποτέ ροζ!


    Mother and Daughter,  photo by Gregory-Crewdson


Τακτοποιεί.
Τοποθετεί εν τάξει.
Εντάξει λοιπόν κι αυτή.

Τακτοποιεί,
τα δώρα αγάπης,
τις ευγενείς σκέψεις του χειμώνα,
τις παιχνιδιάρικες του καλοκαιριού.

Είναι μόνη κι εμμονική.

Ταξίδευε κάποτε σ΄ένα ροζ σύννεφο.
Χωρίς χαρά, γιατί
...σιχαινόταν το ρόζ. Απλά.

Το είχε σκεφτεί για πρώτη φορά, τότε.
Σ εκείνον το χιονιά, σα παιδάκι.
Περπατώντας στο παγωμένο πεζοδρόμιο,
με τα χερια στις τσέπες.
Τα χέρια στο κόκκινο παλτουδάκι.
Βαδιζε αργά κι απαλά, τότε.
Και της άρεσε το λευκό του πάγου,
λάτρευε το πορφυρό του μαλλιού.

Μα ποτέ το ροζ!
Τόσο ψεύτικο, απωθητικό και ανόητο αυτό το ροζ!
Απεχθανόταν το ρόζ.